Η εφαρμογή του νόμου 4808/2021 (νόμος Χατζηδάκη) έχει αρχίσει. Εκτός απ’ την ίδια την ψήφισή του τον Ιούνη, η κυβέρνηση έχει φροντίσει από τον Αύγουστο να εκδώσει και εγκύκλιο και υπουργική απόφαση για να εξειδικεύσει και να διευκρινίσει το πλαίσιο εφαρμογής των αντισυνδικαλιστικών του διατάξεων (εδώ), που πάνε χέρι-χέρι με τις αντεργατικές. Στις απεργιακές κινητοποιήσεις των εκπαιδευτικών και των λιμενεργατών στην COSCO, τα δικαστήρια έλαβαν υπόψη τις απαιτήσεις του καινούριου νόμου στις αποφάσεις τους. Οι αλλαγές στην αμοιβή των υπερωριών (σε όσους χώρους δουλειάς πληρώνονται ακόμα), οι αλλαγές στις άδειες κ.ά. επίσης βρίσκονται σε εφαρμογή.
Το σκέλος που αφορά τη λειτουργία των συνδικαλιστικών οργάνων (σωματείων, ομοσπονδιών, εργατικών κέντρων) βρίσκεται σε «μεταβατική περίοδο». Η κυβέρνηση αποφάσισε τη λειτουργία του Γενικού Μητρώου Συνδικαλιστικών Οργανώσεων (ΓΕΜΗΣΟΕ) από την 1-1-2022. Μετά απ' αυτή την ημερομηνία μπαίνει σε εφαρμογή και ολόκληρο το πλέγμα συνεπειών με τις οποίες απειλεί το σύστημα και το κράτος όσους (συνεχίσουν να) αρνούνται την υποταγή στις προδιαγραφές του νόμου (άρση προστασίας εκλεγμένων συνδικαλιστών από μετάθεση και απόλυση, απαγόρευση υπογραφής ΣΣΕ, οικονομικούς περιορισμούς κ.ά.).
Είναι ολοφάνερο ότι ο νόμος 4808/2021 ορίζει κάθε πλευρά των όρων δουλειάς και των όρων αντίστασης και διεκδίκησης των εργαζόμενων. Δεν υπάρχει εργατικό αίτημα, δεν υπάρχει απεργιακός αγώνας, δεν υπάρχει διεκδίκηση εργαζόμενων που να μη βρίσκει μπροστά τα εμπόδια και τις απαγορεύσεις του νόμου. Δεν υπάρχει καν συνδικαλιστική δραστηριότητα που να μη στοχοποιείται από κάποια από τις εκατοντάδες διατάξεις του. Δεν υπάρχει λοιπόν και κανένα περιθώριο για όποια δύναμη δραστηριοποιείται συνδικαλιστικά με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, προς τη μια ή την άλλη κατεύθυνση, να μην πάρει θέση.
Οι μέχρι τώρα αντιδράσεις έχουν αναδείξει ουσιαστικά τρεις γραμμές:
- Τη γραμμή της απόλυτης υποταγής στο νόμο, αναθέτοντας στο κράτος τη δικαιοδοσία να ορίζει πώς, ποιοι, πότε και με ποιο σκοπό «νομιμοποιούνται» να οργανώνονται συνδικαλιστικά. Είναι η γραμμή που εκφράζεται ανοιχτά ή αθόρυβα απ’ τις αστικές συνδικαλιστικές δυνάμεις, οι οποίες ετοιμάζουν τα συνδικαλιστικά όργανα που ελέγχουν για πλήρη συμμόρφωση στις απαιτήσεις του νόμου. Είναι οι ίδιες που έχουν νομιμοποιήσει εδώ και δεκαετίες την παρουσία του κράτους στις εκλογές των σωματείων και την επιβολή των κανόνων του σ’ αυτές, τον ορισμό διοικήσεων απ' τα δικαστήρια, την κρατική χρηματοδότηση και παρέμβαση στα οικονομικά των σωματείων, την παρακράτηση της συνδρομής κάθε μέλους από την εργοδοσία κ.ά. Οι ίδιες που βιάστηκαν να γραφτούν στο Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων πέρσι.
- Τη γραμμή της ανατροπής, της κατάργησης του νόμου, μη αναγνωρίζοντας καμιά δικαιοδοσία στους όρους συλλογικής οργάνωσης και δράσης των εργαζόμενων σε κανέναν άλλον εκτός απ’ τους ίδιους. Είναι η γραμμή που δεν αποδέχεται ούτε την κρατική ούτε την εργοδοτική παρέμβαση στα σωματεία, στη βάση της πραγματικότητας ότι, σ’ αυτό το σύστημα που εδράζεται στην εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης των εργαζόμενων απ’ το κεφάλαιο, τα συμφέροντα των εργαζόμενων βρίσκονται απέναντι απ’ αυτά της εργοδοσίας, η οποία έχει το κράτος στη διάθεσή της για να τα επιβάλλει. Στην υπηρέτηση αυτής της γραμμής προσπαθεί να συμβάλλει και η Ταξική Πορεία, γι’ αυτό έχει άλλωστε καταθέσει ανοιχτά πρόταση προς τα σωματεία (εδώ) στην κατεύθυνση της οικοδόμησης όρων για την ανατροπή του νόμου. Γνωρίζοντας ότι πρόκειται για κατεύθυνση με μεγάλες δυσκολίες, που απαιτεί σύγκρουση με κεντρικές πολιτικές κατευθύνσεις του συστήματος, επομένως και την αντίστοιχη συγκρότηση απ’ τη μεριά της εργατικής τάξης και των εργαζόμενων.
- Τη γραμμή του «να μείνει ο νόμος στα χαρτιά», που καλεί τους εργαζόμενους να «απενεργοποιήσουν» τις διατάξεις του νόμου χωρίς να πειράξουν την ύπαρξή του στο νομικό οπλοστάσιο του συστήματος. Η γραμμή αυτή, που προωθείται κυρίως απ’ τις δυνάμεις που αναφέρονται στο ΠΑΜΕ, φροντίζει να επαναλαμβάνει συχνά ότι στο επίκεντρό της βρίσκεται το σύνθημα «να μείνει στα χαρτιά», επισημαίνοντας μάλιστα πλήθος νόμων που υποστηρίζει ότι «έχουν μείνει στα χαρτιά» με σκοπό να παρουσιάσει το σύνθημα ως εφικτό. Η κατάργηση του νόμου μπορεί και να «τρυπώνει» σε ορισμένες τοποθετήσεις, το μήνυμα όμως προς κάθε κατεύθυνση είναι η διαφοροποίηση απ’ την προηγούμενη γραμμή. Γι’ αυτό και συνοδεύεται από μια κριτική που χρεώνει ελπίδες «μιας άλλη κυβέρνησης», υποστηρίζοντας ότι μόνο με αλλαγή κυβέρνησης ανατρέπεται ένας νόμος.
Η πρώτη γραμμή εξόφθαλμα αποδέχεται το νόμο και μαζί όλες τις συνέπειές του για τα εργασιακά και συνδικαλιστικά δικαιώματα των εργαζόμενων. Η δεύτερη δεν αποδέχεται ούτε το νόμο ούτε τις συνέπειες που επιχειρεί να επιβάλλει. Η τρίτη αποδέχεται την ύπαρξη του νόμου, όχι όμως τις συνέπειες. Πόσο όμως ένας τέτοιος στόχος (ο τρίτος) μπορεί να πραγματοποιηθεί; Και τι σημαίνει η τυχόν πραγματοποίησή του για τα εργασιακά και συνδικαλιστικά δικαιώματα;
Ο νόμος Χατζηδάκη αποτυπώνει μια από τις πιο κεντρικές πολιτικές κατευθύνσεις του συστήματος: την επίθεση σε κάθε εργασιακό δικαίωμα με σκοπό την αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης από το κεφάλαιο, ώστε αυτό να αυξήσει την κερδοφορία του. Αυτός είναι ο βασικός στόχος με τον οποίο μπαίνει το κεφάλαιο στην ταξική πάλη. Γνωρίζει ότι περιορισμό σ' αυτή του την πρόθεση βάζει μόνο ο ταξικός του αντίπαλος, η εργατική τάξη κι οι εργαζόμενοι, δηλαδή αυτοί που υφίστανται την αυξημένη εκμετάλλευση. Ο νόμος Χατζηδάκη καλύπτει και αυτή την πλευρά, πετσοκόβοντας νομικά τη δυνατότητα οργάνωσης των εργαζόμενων, ελέγχοντάς τη στενά (σε βαθμό ασφυξίας), βγάζοντας στην παρανομία κάθε ανεξάρτητη οργάνωση και κάθε συλλογική δράση απέναντι στο κεφάλαιο.
Μια λογική, επομένως, που προσβλέπει σε κάποιου είδους «κατανόηση» από τη μεριά της κυβέρνησης βρίσκεται στον αέρα. Εξίσου στον αέρα βρίσκεται η λογική που ελπίζει ότι μια επόμενη κυβέρνηση θα αναιρέσει μια τέτοια επιτυχία του συστήματος. Αντίθετα, η κατεύθυνση είναι τόσο κεντρικού χαρακτήρα που θα απαιτήσει διαπιστευτήρια από οποιαδήποτε πολιτική δύναμη ως προϋπόθεση για ν' αναδειχτεί στην κυβέρνηση. Είναι χαρακτηριστική άλλωστε η εμπειρία του κινήματος: ο νόμος 815 για τα πανεπιστήμια, που ψηφίστηκε το 1979 και εφαρμόστηκε για έναν ολόκληρο χρόνο, καταργήθηκε το 1980 κάτω από την πίεση του κινήματος από την ίδια κυβέρνηση που τον είχε επιβάλει.
Ο νόμος Χατζηδάκη λοιπόν, που αποτελεί ολόκληρο πλαίσιο για τους όρους δουλειάς όλων, ψηφίστηκε για να εφαρμοστεί. Το σε ποιο βαθμό θα καταφέρει το σύστημα να επιβάλει τις συνέπειές του σχετίζεται με τις αντιστάσεις που θα βρίσκει κάθε φορά απέναντί του, όσο όμως υπάρχει, τόσο θα αξιοποιείται από το σύστημα. Και ο αρνητικός για τους εργαζόμενους συσχετισμός, που μεταξύ άλλων αποτυπώνεται κι από τη δυνατότητα που είχε η κυβέρνηση να καταθέσει και να ψηφίσει τέτοιο νόμο, δεν επιτρέπει την εκτίμηση ότι το κίνημα θα μπορεί διαρκώς να μπλοκάρει την εφαρμογή του νόμου σε πλατιά κλίμακα.
Για όποιον είναι καθαρή η σημασία που έχει για το σύστημα ο νόμος 4808/2021, επομένως και οι κυβερνητικές διαθέσεις εφαρμογής του, είναι καθαρό και ότι απαιτείται πολύ καλύτερη συγκρότηση στην πλευρά των εργαζόμενων ώστε να τον αντιμετωπίσει. Και αν μπορέσει να πετύχει συγκρότηση τέτοιας δύναμης που να μπορεί να μπλοκάρει το νόμο, τότε θα μπορεί και να τον ανατρέψει. Η ανατροπή του νόμου είναι η μόνη κατεύθυνση που μπορεί να ενισχύσει μια τέτοια συγκρότηση. Πρόκειται αναμφισβήτητα για μεγάλη πορεία, στην οποία η άρνηση εφαρμογής των προδιαγραφών που βάζει ο νόμος για τα σωματεία μπορεί να παίξει ρόλο για την ανάδειξη δυνάμεων στην κατεύθυνση της ανατροπής του νόμου. Γνωρίζοντας όμως ότι όσο βρίσκεται σε ισχύ, τόσο θα απειλεί τον κόσμο της δουλειάς και το συνδικαλισμό που τον υπηρετεί. Γνωρίζοντας ότι τα σωματεία που θα κινηθούν στην κατεύθυνση ανατροπής θα έχουν να αντιμετωπίσουν τον πόλεμο τόσο της εργοδοσίας και των κρατικών μηχανισμών όσο και των συνδικαλιστικών δυνάμεων που κυριαρχούν στα δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια όργανα όπου ανήκουν, οι οποίες θα μιλούν για «μη νομιμοποίησή» τους.
Αυτά τα ζητήματα θέτονταν και στο κάλεσμα των 4 σωματείων για σύσκεψη την προηγούμενη Τετάρτη 27/10, με σκοπό την πραγματοποίηση ανεξάρτητης συγκέντρωσης, ώστε να αναδειχτεί καθαρά η κατεύθυνση της ανατροπής του νόμου. Η Ταξική Πορεία παρέμβηκε στη σύσκεψη, καταθέτοντας την άποψή της όπως έχει καταγραφεί σε όλες τις τοποθετήσεις της και συμφωνώντας με το σωστό σκεπτικό που τέθηκε εισηγητικά και το οποίο δεν αμφισβητήθηκε από σχεδόν καμία απ’ τις δυνάμεις που συμμετείχαν. Η αδυναμία κατάληξης, παρά τη φαινομενική και κατά τα λεγόμενα συμφωνία, ανέδειξε βασικά ότι εξακολουθεί το θάμπωμα πλήθους δυνάμεων και αγωνιστών απ’ το σχετικό συσχετισμό που διαθέτει το ΠΑΜΕ στα συνδικαλιστικά. Συσχετισμό όμως που δεν έχει αξιοποιηθεί ποτέ ενάντια στην κυβερνητική πολιτική. Είναι άλλωστε πολύ νωπές οι μνήμες από την ακύρωση της απεργίας στις 3η Ιούνη για να κάνει κανείς τα «στραβά μάτια». Ανέδειξε κι άλλα ζητήματα, σχετικά με το ρόλο των σωματείων, το πώς λειτουργούν και πώς αποφασίζουν, τη σχέση τους με τα μέλη τους και μια σειρά προβληματικές αντιλήψεις που αν μη τι άλλο δείχνουν και το δρόμο που πρέπει να διανυθεί.
Η τοποθέτηση του ΠΑΜΕ είναι σαφής και καταγράφεται και στις αφίσες που καλούν στο συλλαλητήρια στις 4/11 (στο Σύνταγμα και αλλού): «Ο νόμος Χατζηδάκη να μείνει στα χαρτιά». Αυτή η τοποθέτηση είναι άρνηση του στόχου να καταργηθεί ο νόμος Χατζηδάκη. Ο τονισμός είναι στο «να μείνει», και όχι στο «στα χαρτιά», όπως πιθανά να θέλουν κάποιοι να πιστεύουν. Κι αν κάτι χρειάζεται στήριξη και ενίσχυση, αυτή είναι η κατεύθυνση της κατάργησης του νόμου. Γιατί μόνο αυτή η κατεύθυνση ξεκαθαρίζει τη σημασία του νόμου χωρίς κάποια «βολική» υποτίμηση (για να δικαιολογήσει στάσεις και χειρισμούς -όχι για την αμείλικτη πραγματικότητα) και βάζει ένα στόχο που μπορεί να συσπειρώσει όσους αντιλαμβάνονται ότι η ύπαρξη του νόμου 4808/2021 βγάζει στην παρανομία κάθε εργατική δράση που μπορεί να δημιουργήσει πρόβλημα στην πολιτική κυβέρνησης και εργοδοσίας. Και αυτοί που το αντιλαμβάνονται είναι πολλοί και από κάθε πολιτικό χώρο. Όσο αναγκαία είναι η έκφραση της κατεύθυνσης ανατροπής του νόμου, τόσο αναγκαία είναι και η φίμωσή της για τις δυνάμεις που την αρνούνται.
Ακριβώς γι’ αυτό το λόγο, η ανάγκη συγκρότησης ανεξάρτητης ταξικής απάντησης στο ν. Χατζηδάκη υπάρχει και πρέπει να υπηρετηθεί από κάθε δύναμη που συμφωνεί. Πρέπει να εκφραστεί και στο δρόμο, με συγκέντρωση στις 4 Νοέμβρη στην πλ. Κλαυθμώνος, στις 6μμ. Και πρέπει να βρει συνέχεια, χωρίς αυταπάτες για τις επιδιώξεις ούτε της κυβέρνησης ούτε οποιουδήποτε αρνείται την ανάγκη αυτό το αντεργατικό έκτρωμα να καταργηθεί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου