Εκτός απ’ το να μας ξεκάνουν, τα κυβερνητικά στελέχη βάλθηκαν και να μας τρελάνουν με την 6ήμερη δουλειά που επέβαλαν με τον νόμο Γεωργιάδη το περασμένο φθινόπωρο και ενεργοποίησαν από 1η Ιούλη. «Δεν είναι 6ήμερη εργασία», λένε, είναι «έκτακτη βάρδια». «Δεν καταργείται το 5ήμερο», λένε, «απλά οι εργαζόμενοι έχουν τη δυνατότητα να δουλεύουν 6ήμερο». «Αφορά ελάχιστους», λένε και γράφουν σε επίσημη ανακοίνωση του υπουργείου ότι τα 291 παραρτήματα επιχειρήσεων όπου εγκρίθηκε η 6ήμερη δουλειά μέσα στις πρώτες 15 μέρες επιβολής του μέτρου αποτελούν το 0,076% του συνόλου, αλλά «παραβλέπουν» ότι σ’ αυτά εργάζονται 69.104 άνθρωποι, δηλαδή το 2,45% του συνόλου. Εγκρίθηκαν δηλαδή οι μαζικοί χώροι δουλειάς με εκατοντάδες εργαζόμενους.
Δεν φτάνει λοιπόν να δουλεύουμε 6ήμερο (και επίσημα, καθώς πάντοτε το ξήλωμα της εργατικής νομοθεσίας έρχεται να νομιμοποιήσει τον εργασιακό μεσαίωνα που επιβάλλεται στην πράξη και, ταυτόχρονα, να τον επεκτείνει), πρέπει ν’ ακούμε και την προπαγάνδα της κυβέρνησης περί «προστασίας των εργαζομένων».
- «Η ρύθμιση αφορά μόνο επιχειρήσεις συνεχούς αδιάλειπτης λειτουργίας», μόνο που το ζήτημα «λύνεται» (για την εργοδοσία) με μια προσθήκη ΚΑΔ.
- «Ισχύουν τα πάγια όρια προστασίας των εργαζομένων», μόνο που αυτά δεν παρέχουν καμία προστασία. Το 11ωρο ημερήσιας ανάπαυσης σημαίνει 13ωρο δουλειάς κάθε μέρα, όπως φρόντισε να ξεκαθαρίσει ο νόμος Γεωργιάδη, χωρίς να ξεχνάμε την περσινή δήλωση του ίδιου του Γεωργιάδη για εργαζόμενους που «μπορούν να δουλεύουν δύο οχτάωρα», γράφοντας στα παλιά του τα παπούτσια τα «όρια προστασίας». Το ανώτατο όριο 150 ωρών υπερωριακής εργασίας τον χρόνο ήταν πολύ μικρότερο ειδικά στη βιομηχανία πριν το αυξήσει ο νόμος Χατζηδάκη το 2021, εξισώνοντας μάλιστα τη βιομηχανία με τους υπόλοιπους χώρους δουλειάς. Σχετικά δε με το όριο των 48 ωρών μέσου όρου εβδομαδιαίας εργασίας στο τετράμηνο (το οποίο ο υφυπουργός απέφυγε να πει σε συνέντευξή του προτιμώντας τον όρο «νόμιμο ωράριο»), και μόνο το γεγονός ότι δεν υπάρχει καν η συζήτηση, πόσο μάλλον το ξεκαθάρισμα, για το πώς εννοείται το τετράμηνο (σταθερό ημερολογιακά ή κυλιόμενος μέσος όρος) αρκεί για ν’ αποκαλύψει ότι κανένας δεν μπαίνει στον κόπο να κάνει τον υπολογισμό, πόσο μάλλον τον έλεγχο και πόσο μάλλον αν κάποιος δουλεύει σε περισσότερους από έναν εργοδότες.
- «Δεν είναι κάτι καινούριο», μόνο που έπρεπε να περάσουν νόμο για να το επιβάλουν. Κι ενώ δηλώνουν πως αφορά μόνο τη βιομηχανία, «υπενθυμίζουν» τις κλαδικές συλλογικές συμβάσεις στον επισιτισμό και στον τουρισμό που προβλέπουν 6ήμερο, αναγορεύοντας σε πρότυπο την εξαθλίωση που έχει επιβληθεί εδώ και πολλά χρόνια στη «βαριά βιομηχανία της χώρας».
- «Με την ψηφιακή κάρτα εργασίας προστατεύονται τα δικαιώματα των εργαζομένων», μόνο που η ψηφιακή κάρτα προστατεύει τα συμφέροντα του εργοδότη. Απ’ τη μια, έχει έτσι κι αλλιώς ένα μεγάλο πλήθος από «παραθυράκια», που γνωρίζει κι αξιοποιεί πια κάθε εργοδοσία, μέσα στο γνωστό χάος των ελαστικών σχέσεων εργασίας. Απ’ την άλλη, ο συσχετισμός επιτρέπει στους εργοδότες να επιβάλλουν κάθε είδους αυθαιρεσία: από κάρτες που χτυπιούνται «στην ώρα που πρέπει» άσχετα αν ο εργαζόμενος έχει πιάσει δουλειά πολύ νωρίτερα ή συνεχίζει να δουλεύει μέχρι πολύ αργότερα (ή και άλλη μέρα), μέχρι οδηγίες για το πού να κρύβονται οι εργαζόμενοι στην -ακραία- περίπτωση που εμφανιστεί επιθεωρητής εργασίας. Η ψηφιακή κάρτα «πιστοποιεί» ότι «όλα έγιναν καλώς», με τον εργαζόμενο να πρέπει ν’ αποδείξει την κάθε είδους απάτη που σκαρφίζεται η εργοδοσία. Για να ενισχύσει ακόμα περισσότερο την εργοδοτική πλευρά λίγες μέρες πριν την εφαρμογή της ψηφιακής κάρτας στη βιομηχανία, το υπουργείο έβγαλε εγκύκλιο που επιτρέπει απλήρωτη δουλειά καθημερινά μισή ώρα πριν και μισή ώρα μετά το ωράριο λόγω «προετοιμασίας», με αναφορά σε διάταγμα του 1932. Και μάλιστα, μπορεί να γίνει και μία ώρα πριν και μία ώρα μετά, αν ισχυριστεί η εργοδοσία ότι το απαιτεί ο τρόπος οργάνωσης της δουλειάς (που επίσης είναι στο χέρι της).
Ιδιαίτερη συζήτηση υπάρχει σχετικά με το αν ο εργαζόμενος μπορεί να αρνηθεί. Σε φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ παίζουν άρθρα με τίτλο «Με τη συναίνεση του εργαζόμενου η εξαήμερη εργασία» και μέσα στο κείμενο γράφουν στο τέλος, και αφού έχουν παραθέσει -ενίοτε και ξεχνώντας να αφαιρέσουν τα εισαγωγικά απ’ το κείμενο που προφανώς έλαβαν- αυτούσια την επιχειρηματολογία της κυβέρνησης, γράφουν «η απάντηση είναι όχι, δεν μπορεί να αρνηθεί, εκτός αν δηλώσει ασθένεια ή άλλο σοβαρό πρόβλημα». Αντίστοιχα, στην ευθεία ερώτηση αν ο εργαζόμενος μπορεί να αρνηθεί όταν ο εργοδότης απαιτήσει δουλειά την έκτη μέρα, ο υφυπουργός απάντησε (αφού το πήγε γύρω-γύρω) «αν έχει έναν νόμιμο λόγο, έχει αρρωστήσει». Επιβεβαίωσε δηλαδή αυτό που επισημάνθηκε απ' την πρώτη στιγμή που κατατέθηκε το τότε νομοσχέδιο, ότι δεν υπήρχε η παραμικρή ρητή πρόβλεψη σχετικά με δυνατότητα άρνησης.
Αυτό που μπορούν και επιβάλλεται να κάνουν οι εργαζόμενοι είναι να σταθούν συλλογικά και να παλέψουν ενάντια στην 6ήμερη δουλειά, ενάντια στην κατάργηση του 5ήμερου και του 8ώρου, για αξιοπρεπείς μισθούς και αυξήσεις που να καλύπτουν το αυξημένο κόστος ζωής, για ανθρώπινους ρυθμούς και όρους δουλειάς. Να απαιτήσουν απ’ τα συνδικαλιστικά τους όργανα να οργανώσουν πραγματικούς μαζικούς αγώνες κι όχι να καταγγέλλουν στα λόγια ή να εφευρίσκουν «θετικά στοιχεία», όπως έλεγε η ΓΣΕΕ όταν ψηφιζόταν ο νόμος Γεωργιάδη αρνούμενη την κήρυξη απεργίας, ενώ τώρα κάνει πως την έπιασε ο πόνος (όχι για το 6ήμερο, για τις «παραβατικές συμεριφορές που βρίσκουν έδαφος επιβολής»). Ακόμα κι αυτές οι ξεπουλημένες ηγεσίες αντιλαμβάνονται ότι ο κόσμος της δουλειάς έχει αγανακτήσει. Ότι δεν μπορεί ν’ αποδέχεται σαν «λύση» για τους μισθούς πείνας και την ακρίβεια, τη δουλειά μέχρι θανάτου. Ότι δεν μπορεί να περιμένει καμιά «προστασία» απ’ το κράτος της άρχουσας τάξης, με το οποίο οι συνδικαλιστικές ηγεσίες χαριεντίζονται προκειμένου ν’ αναγνωριστούν οι υπηρεσίες τους στην καλλιέργεια της μοιρολατρίας, του «δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα», ακόμα και της ανοιχτής απεργοσπασίας όταν οι εργαζόμενοι βράζουν και βγαίνουν στον δρόμο όπως μπορούν.
Οι εργαζόμενοι πρέπει να πετάξουμε στα σκουπίδια την προπαγάνδα της κυβέρνησης και της εργοδοσίας, μαζί με την ηττοπάθεια και την απογοήτευση που σπέρνουν οι κυρίαρχες συνδικαλιστικές δυνάμεις. Να παλέψουμε ενάντια στην 6ήμερη δουλειά. Να υπερασπιστούμε το 5ήμερο-8ωρο για όλους, με μισθούς που να καλύπτουν τις ανάγκες μας. Να φτιάξουμε τους όρους για μαζικούς, αποφασιστικούς αγώνες, που δεν θα περιμένουν «να μείνει στα χαρτιά» κανένας αντεργατικός νόμος. Που θα θέσουν πραγματικά την κατάργηση των νόμων Χατζηδάκη και Γεωργιάδη, οι οποίοι αποτελούν κομβικό στήριγμα της επίθεσης που δεχόμαστε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου